Photobucket

Σάββατο 8 Νοεμβρίου 2008

Η ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΤΗΣ ΛΕΣΒΟΥ 1912

Το φθινόπωρο του 1912 έφερε στη Λέσβο την άνοιξη. Έβλεπαν οι χριστιανοί ότι η μεγάλη στιγμή για την απελευθέρωση πλησιάζει. Πίστευαν στον καινούργιο κυβερνήτη της Ελλάδας, τον Ελευθέριο Βενιζέλο, τον άνθρωπο που ήταν γιομάτος φως κι αξιοσύνη, ότι θα έκανε πραγματικότητα τον πόθο των Λεσβίων, για τη λύτρωσή τους από τη βάρβαρη τουρκική κατοχή. Στις 26 Οκτωβρίου 1912 ο ηρωικός ελληνικός στρατός απελευθέρωσε την πρωτεύουσα της Μακεδονίας, την πολυτραγουδισμένη από το λαό μας Θεσσαλονίκη.

Η Λέσβος ολόκληρη βρισκόταν σε έξαρση προετοιμασίας για τη μεγάλη ώρα που πλησίαζε.

Η Μήθυμνα ζούσε έντονα την προσμονή της μεγάλης στιγμής της απελευθέρωσης από την αξημέρωτη νύχτα της τουρκικής κατοχής. Ένας νεαρός ιχθυοπώλης από τη Μήθυμνα, ο Μιχάλης Σαβάδας, με το συνεταίρο του Μουσταφά Εφέντη, βρέθηκαν με τη βάρκα τους στο απέναντι από τη Μήθυμνα χωριό της Μ. Ασίας Μπαμπά-Καλέ. Ήταν οι πρώτες μέρες του Νοεμβρίου του 1912.

Στον όρμο του Μπαμπά-Καλέ είχαν πέσει γουφάρια. Φόρτωσαν λοιπόν γουφάρια και σε λίγες ώρες τα έφεραν να τα πουλήσουν στη Μήθυμνα.

O μικρός Μιχάλης Σαβάδας είπε στους χωριανούς τους τι άκουσαν από τους τρομοκρατημένους Τούρκους ψαράδες του Μπαμπά-Καλέ. Ελληνικά καράβια με τον ατρόμητο «Αβέρωφ» γύριζαν μπροστά στον Ελλήσποντο κι ετοιμάζονταν να καταλάβουν τη Λέσβο.

Το νέο, πετώντας από στόμα σε στόμα, πήγε και στ' αφτιά του καϊμακάμη, ο οποίος διέταξε και συνέλαβαν το νεαρό Μιχάλη. Αρχισαν τις ανακρίσεις με ραβδισμούς. Ευτυχώς έτρεξε ο συνεταίρος του Μουσταφάς και τον γλίτωσε, λέγοντας στις αρχές ότι τα νέα τα άκουσαν από τις λιμενικές αρχές του Μπα-μπά Καλέ.

Σε λίγες μέρες, το πρωί της 8-11-1912 διαδόθηκε πάλι το μήνυμα της κίνησης του ελληνικού στόλου στα λεσβιακά νερά. Αυτή την είδηση την πήρε με τον τηλέγραφο ο διευθυντής του τηλεγραφείου Μήθυμνας Εμίν Εφέντης, που επικοινωνούσε με τις τουρκικές αρχές της Μυτιλήνης. Βρισκόμασταν στην αυγή της πολυπόθητης λευτεριάς. Μετά από λίγες ώρες ήλθε το μεγάλο, το πολυπόθητο μήνυμα. Η πόλη της Μυτιλήνης απελευθερώθηκε από τη σκοτεινή τουρκική κατοχή, με τα ελληνικά δοξασμένα καράβια, μ' αρχηγό το θωρηκτό Αβέρωφ.

Οργανώθηκαν επιτροπές στη Μυτιλήνη και στο Πλωμάρι και ρίχτηκαν στον αγώνα για γρήγορη επέμβαση του στόλου. Οι Λέσβιοι αγρυπνούσαν και περίμεναν τα τιμημένα ελληνικά καράβια, με τον άρχοντα του Αιγαίου «Αβέρωφ», να έρθουν και να σκορπίσουν την αξημέρωτη νύχτα της τουρκικής κατοχής, που τους καταπλάκωνε 450 ολόκληρα χρόνια. Η επιτροπή Πλωμαρίου κατόρθωσε να φθάσει με το δικό της καΐκι στο Μούδρο της Λήμνου, να συναντήσει το ναύαρχο Κουντουριώτη, τον αρχηγό του ελληνικού στόλου.

Του παρέδωσαν μάλιστα τα έγγραφα του μητροπολίτη Κύριλλου, των δημογερόντων Μυτιλήνης και Πλωμαρίου, που τον παρακαλούσαν να καταλάβει όσο πιο γρήγορα γινόταν το νησί.

Οι Πλωμαρίτες, εκτός την παράκληση, πίεσαν όσο μπόρεσαν τον Κουντουριώτη γι' αυτόν το σκοπό.

Είναι ιστορικά εξακριβωμένο ότι η κίνηση αυτή των Πλωμαριτών απέδωσε θετικά. Αποφασίστηκε να γίνει η κατάληψη της Λέσβου στις 8 Νοεμβρίου, λίγο πιο γρήγορα απ' ό,τι έλεγαν τα επιτελικά σχέδια του ελληνικού στρατού, λίγο πιο αργά από τις προσδοκίες των Μυτιληνιών. Στην πόλη της Μυτιλήνης, εκτός από την κρυφή ελληνική επιτροπή του αγώνα, συστήνεται μια μεικτή φιλειρηνική επιτροπή από χριστιανούς και μουσουλμάνους για την αποφυγή αιματοχυσίας στη Μυτιλήνη. Εκ μέρους των χριστιανών ο μητροπολίτης Κύριλλος, ο δήμαρχος Βασιλείου και άλλοι δημογέροντες και εκ μέρους των ιθαγενών Τούρκων της Μυτιλήνης ο μουφτής, ο Μπεκίρ μπέης και άλλοι αξιωματούχοι Τούρκοι της Μυτιλήνης. Οι εκπρόσωποι των δύο εθνοτήτων αποφάσισαν να σταθούν ψύχραιμοι σ' αυτές τις δύσκολες ώρες. Αυτή η επιτροπή ζήτησε από το βαλή, αν τυχόν και έρθουν τα ελληνικά πολεμικά για την παράδοση του νησιού, ν' απομακρύνει την τουρκική φρουρά από την πόλη, για ν' αποφευχθεί το αιματοκύλισμα.

O βαλής υποσχέθηκε ότι θα διατάξει την απομάκρυνση της φρουράς και δήλωσε πως θα κρατήσει το λόγο του. Μονάχα ο φρούραρχος, ταγματάρχης Αμπτούλ Γκανί, είχε αντιρρήσεις και άρχισε να οργανώνει όσο μπορούσε πιο γρήγορα τη φρουρά του. Ξημέρωσε η άγια μέρα της 8ης Νοεμβρίου 1912 και στις 7 ώρα το πρωί μπροστά στη Μυτιλήνη βρίσκεται ο ελληνικός στόλος: Τα θωρηκτά «Αβέρωφ», «Σπέτσαι», «Ύδρα», «Ψαρά», τα αντιτορπιλικά «Ιέραξ», «Νίκη», «Ασπίς», τα τορπιλοβόλα «12» και «14», το πλοίο εφοδιασμού «Κανάρης» και το επίτακτο «Πέλοψ». Αργότερα έφθασαν το «Καλουτάς», το «Ισμήνη», το εύδρομο «Αρκαδία» και άλλα βοηθητικά πολεμικά.

Οι Έλληνες της Μυτιλήνης ξεχύνονται στους δρόμους, πλησιάζουν τις ακρογιαλιές, στα Τσαμάκια, στο λιμάνι, στο Κιόσκι, κι ακούνε από την μπάντα του «Αβέρωφ» το εμβατήριο «Μαύρη είναι η νύχτα στα βουνά» και η καρδιά τους γεμίζει από ξέφρενη χαρά και μεγαλείο. Το παραλήρημα του πλήθους από ενθουσιασμό είναι αφάνταστα μεγάλο. Χαιρετίζουν την πολυπόθητη λευτεριά. Χιλιάδες ελληνικές σημαίες στόλισαν τα χριστιανικά σπίτια, τα δημόσια κτήρια, το δημοτικό κήπο και την προκυμαία.

Οι καμπάνες χτυπούσαν χαρμόσυνα και χαιρετιστήριοι πυροβολισμοί ακούγονταν από τα χριστιανικά παράθυρα και μπαλκόνια και ο κόσμος αγκαλιαζόταν και φιλιόταν με γνωστούς και άγνωστους, φωνάζοντας Χριστός ανέστη.

Εκείνη την ώρα οι τοπικοί άρχοντες, Τούρκοι και Έλληνες, συσκέπτονταν στην έδρα του βαλή για όσο το δυνατόν αναίμακτη διαδοχή της αρχής της Μυτιλήνης.

Από το θωρηκτό «Αβέρωφ» έρχεται μια ατμάκατος στο λιμάνι, προς το Κουμερκάκι, με λευκή σημαία στην πλώρη και με ελληνική στην πρύμνη. Όρθιος ο Βασίλειος Καραμούζος, αξιωματικός του Ελληνικού Ναυτικού και πρώην πλοίαρχος της Ατμοπλοίας Χατζή Δαούτ. O κόσμος τον γνώριζε και τον αγαπούσε. Στο αντίκρισμά του άκρατος ενθουσιασμός επικρατεί. O Καραμούζος κατευθύνεται στο Διοικητήριο και παραδίδει τελεσίγραφο του ναυάρχου Κουντουριώτη στο μουτεσαρίφη Εράμ Μπέη, για την παράδοση της πόλης εντός τριών ωρών. Αυτή την πρόταση τη δέχτηκαν όλοι, εκτός από το φρούραρχο Αμπντούλ Γκανί, που δήλωσε ότι θα αντιτάξει άμυνα μέσα στην πόλη. Ζωηρές υπήρξαν οι διαμαρτυρίες των αντιπροσώπων των δύο κοινοτήτων και των προξένων της Μυτιλήνης.

O βαλής ανέλαβε να βρει μια λύση και πρότεινε τα εξής:

1ο. Ζήτησε εικοσιτετράωρη προθεσμία, για να συνεννοηθεί με την κυβέρνησή του στην Κωνσταντινούπολη. Σ' αυτή την πρόταση συμφώνησε και ο φρούραρχος ταγματάρχης Αμπντούλ Γκανί ότι εάν διαταχθεί θα παρέδινε την πόλη χωρίς άμυνα.

2ο. Σε περίπτωση που δε θα γινόταν δεκτή αυτή η πρόταση εκ μέρους του διοικητή του ελληνικού στόλου, να επιτραπεί τότε στον τουρκικό στρατό να περάσει στην αντίπερα Ανατολή με τον οπλισμό και με τα πολεμοφόδιά του. Η μεταφορά αυτή να γίνει από ένα ελληνικό μεταγωγικό πλοίο.

3ο. Σε περίπτωση που η πρόταση αυτή ήθελε απορριφθεί, τότε να επιτραπεί στον τουρκικό στρατό ν' αποχωρήσει στο εσωτερικό του νησιού, για ν' αντιτάξει την άμυνά του.

Στις 11 η ώρα επιτροπή από το Μητροπολίτη Κύριλλο, το βαλή Εκρέμ μπέη και τους προξένους των ξένων δυνάμεων, έφθασε στο θωρηκτό «Αβέρωφ» και έθεσε τις προτάσεις στο ναύαρχο Κουντουριώτη.

Από την πρώτη στιγμή απέρριψε τις δύο πρώτες προτάσεις, την τρίτη όμως τη δέχτηκε, για να μη συμβεί κακό στους κατοίκους της Μυτιλήνης. Τους δήλωσε ότι μπορεί ν' αποσυρθεί στο εσωτερικό του νησιού ο τουρκικός στρατός και να κάνει ό,τι θέλει για την άμυνά του.

Έδωσε ακόμα μία ώρα προθεσμία και στη 1:30 άρχισε η νικηφόρα αποβίβαση του ελληνικού στρατού σε διάφορα μέρη ταυτόχρονα. Στο λιμάνι, στην Πετρόσκαλα και στην Επάνω Σκάλα. Ύστερα από 450 χρόνια σκλαβιάς οι Μυτιληνιοί ζούσαν την όμορφη ώρα του λυτρωμού τους.

Το παραλήρημα του πλήθους ήταν αφάνταστα συγκινητικό. Η εφημερίδα «Σάλπιγξ» της 8 Νοεμβρίου 1912 γράφει: «Σήμερον περί την 6ην πρωινήν ώραν το θωρηκτό "Αβέρωφ" μετά πέντε αντιτορπιλικών και ενός υπερωκεανίου μεταγωγικού έφθασαν προ του λιμένος μας».

Η εφημερίδα «Λαϊκός Αγών» της 8 Νοεμβρίου 1912 γράφει: «O ένδοξος ελληνικός στρατός, το καμάρι μας, αποβιβάζεται εκ των πολεμικών μας πλοίων. Είναι ακριβώς μία και ημίσεια ώρα και οι πεζοναύτες και οι πεζοί στρατιώτες μας, με τον ωραίον οπλισμόν των μάνλιχερ και με όλας τας αποσκευάς των, επιβιβάζονται και στοιβάζονται εις τας φορτηγίδας και τας λέμβους, που πρόθυμα προσεφέρθησαν από τους Μυτιληνιούς ιδιοκτήτες».

Η εφημερίδα «Λέσβος» της 8 Νοεμβρίου 1912 γράφει: «Η αυγή ομοία ταύτης ποτέ άλλοτε δεν θ' ανατείλη, επρόβαινε εις τον ορίζοντα και ήρξαντο να διαλύουσαι τα βαθέα σκότη και το χλωμόν της φως, το ολοέν εντονώτερον καθιστάμενον. Από την Πετρόσκαλαν εχαιρετίσαμεν την εμφάνιση του ελληνικού στόλου. Στις μία και ημίσεια ώρα στην Πετρόσκαλαν απεβιβάσθη το πρώτο ελληνικό άγημα. Προηγούντο δύο μυδραλιοβόλα "μαξίμ" και έπετο το άγημα με μίαν πελώρια ελληνική σημαίαν. Ηγείτο δε αυτού ο κ. Καραμούζας, ο συμπαθής γνώριμος των νησιών του Αιγαίου και καλός φίλος μας.

Υπό την οδηγία του κ. Καραμούζου το άγημα ακολούθησε την παραλιακήν οδόν άγουσαν προς το Καστράκι και εκείθεν ανήλθεν προς το θέρετρο του Νομάρχου.

Πάραυτα το άγημα έκαμε κατοχήν του κυβερνητικού κτιρίου και επί του εξώστου αυτού, του βλέποντος προς την θάλασσαν, υψώθη υπερήφανος, ως εν εξαίσιον σύμβολον πολιτισμού και ελευθερίας, η σημαία του αιωνίου πεπρωμένου του Ελληνικού έθνους, χαιρετισθείσα υπό του στόλου δια είκοσι και ενός κανονιοβολισμών, υπό τας επευφημίας του πλήθους και τα δάκρυα του».

Η Ελληνική δύναμη κατοχής στις 8 Νοεμβρίου 1912 ήταν 1096 στρατιώτες του τάγματος Μανουσάκη και 300 πεζοναύτες του αγήματος Κ. Μελά, αδελφού του ήρωα Μακεδονομάχου Παύλου Μελά. Η απελευθέρωση της πόλης της Μυτιλήνης ήταν πια γεγονός, ήταν η ένδοξη μέρα, η 8 Νοεμβρίου 1912.

O διοικητής του αγήματος κατοχής Ταγματάρχης Μανουσάκης διορίζεται επίτροπος της Ελληνικής Κυβέρνησης. O ελληνικός στρατός κατέλαβε τα δεσπόζοντα υψώματα της πόλης.

O αρχηγός του στόλου του Αιγαίου Παύλος Κουντουριώτης απηύθυνε το πρώτο ελληνικό διάγγελμα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Στοιχηματίζουμε;